- παραμένειν
- παραμένωstay besidepres inf act (attic epic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
παραμενεῖν — παραμένω stay beside fut inf act (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ПРАМНИЙСКОЕ ВИНО — • Πράμνειος οι̃νος, (Ноm. Il. 639. Ноm. Od. 10, 235), крепкое и кислое, поэтому нелюбимое в Афинах, красное вино, неизвестно какого сорта; по мнению одних, названо так по горе Прамне близ Смирны в Малой Азии или на острове Икарий, по… … Реальный словарь классических древностей
BUCCELLARIUS — recentioris aevi Scriptotibus dictus est, qui priori aetate Scurra, corpore Custos, Domesticus, Protector Ptincipis, Adsecula, Agaso; Graecisque ὁ παραμένων, qui semper stat ad Domini iussa paratus nec ab eius latere absistit, appellatus est. Sic … Hofmann J. Lexicon universale
αποκοπή — Α. αποκαλείται στη γλωσσολογία η μη προφορά ενός γράμματος μιας λέξης, από αφρόντιστη άρθρωση. Η πιο συχνή περίπτωση α. είναι η πτώση του τελικού φωνήεντος ορισμένων προθέσεων. Στα αρχαία ελληνικά, η α. ήταν χαρακτηριστική κυρίως της δωρικής και… … Dictionary of Greek
λείψανο — το (AM λείψανον) 1. τεμάχιο που απέμεινε από ένα όλο, υπόλειμμα, υπόλοιπο, κατάλοιπο, απομεινάρι (α. «τα λείψανα τού γεύματος τά έφαγε ο σκύλος» β. «Ἀργοῡς κάρα σὺν λειψάνῳ πεπληγμένος», Ευρ.) 2. το νεκρό ανθρώπινο σώμα, πτώμα, σορός, σκήνωμα… … Dictionary of Greek